
Ο Θεός κρύβεται. Ο Θεός εμφανίζεται. Ο Θεός κρύβεται.
Αυτό το μοτίβο παρατηρείται στις Γραφές. Ένα άγιο κρυφτό που δεν είναι ούτε τυχαίο ούτε χωρίς σκοπό. Είναι ριζωμένο βαθιά στη ίδια την φύση των πραγμάτων της χριστιανικής ζωής. Χριστιανισμός στον οποίο ο Θεός δεν κρύβεται δεν είναι Χριστιανισμός. Αλλά γιατί άραγε συμβαίνει αυτό;
Η πίστη μας αφορά στην εμπειρία της αποκάλυψης των πραγμάτων που ήταν κρυμμένα. Ο αληθινός Χριστιανισμός δεν πρέπει να θεωρείται εμφανής και δεδομένος. Είναι ένας αγώνας να ζήσουμε αυτό που δεν είναι φανερό. Η Ορθοδοξία μας δικαίως οφείλει να αποτελεί ένα αποκεκαλυμένο βίωμα.
Ο Θεός δεν είναι φανερός. Μόνο τα αντικείμενα είναι φανερά. Αυτά είναι αδρανή, στατικά και παθητικά. Το δέντρο στην αυλή του σπιτιού μου αντικειμενικά βρίσκεται εκεί (ή τουλάχιστον έτσι φαίνεται). Όταν ανοίγω την πόρτα του σπιτιού μου περιμένω να το δω. Αν είναι φθινόπωρο, θα μπορούσα να θαυμάσω τα φύλλα του για το θαυμάσιο χρώμα που έχουν. Γενικά όμως, θα μπορούσα και να το αγνοήσω, να το προσπεράσω απλά. Αυτός ακριβώς είναι και ο ρόλος των αντικειμένων. Δεν ζητούν τίποτα από εμάς. Η ελευθερία ανήκει αποκλειστικά σε εμάς, όχι σε αυτά.
Αυτή λοιπόν είναι και η λειτουργία του ειδώλου – το να μετατρέψουμε τον Θεό σε αντικείμενο /είδωλο. Οφείλει να βρίσκεται εκεί. Το είδωλο συλλαμβάνει το θείο, το αντικειμενοποιεί και το μετατρέπει σε αδρανές και παθητικό.
Ο Θεός των Χριστιανών διαλύει τα είδωλα. Δεν μπορεί να μείνει ακίνητος ή να μετατραπεί σε ένα παθητικό παρατηρητή του δικού μας ναρκισσισμού και εγωκεντρικότητας. Δεν είναι ο-Θεός-που-θέλω.
Ο Χριστός μας λέει: «7 Αιτείτε, και δοθήσεται υμίν· ζητείτε, και ευρήσετε· κρούετε, και ανοιγήσεται υμίν. 8 πάς γάρ ο αιτών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει και τώ κρούοντι ανοιγήσεται.” (Ματθ. 7, 7-8 ). Το κέντρο της ζωής που μας υποσχέθηκε ο Χριστός απαιτεί την αίτηση, την αναζήτηση αυτό το άγιο χτύπημα της πόρτας. Ο λόγος είναι απλός: το αίτημα, η αναζήτηση, το χτύπημα της πόρτας αποτελούν τρόπο και μέθοδο ζωής και ύπαρξης. Δυστυχώς η δική μας μέθοδος ύπαρξης είναι να ζούμε μία ζωή φανερή, χειροπιαστή και δεδομένη (μια «αντικειμενική» ζωή).
Παρατηρήσατε ποτέ ότι είναι πολύ πιο εύκολο να αγοράσουμε μία ωραία εικόνα για να την βάλουμε στο εικονοστάσι μας, από το να δαπανήσουμε χρόνο για να προσευχηθούμε σε αυτή την εικόνα; Παρατηρείται μία «ορθόδοξη κτητικότητα» η οποία αντικαθιστά αυτή τη ευλογημένη αναζήτηση που αναφέραμε παραπάνω. Το να κατέχουμε αποτελεί μέρος της αντικειμενικής και εμφανούς ζωή μας. Εκπαιδευτήκαμε στο να καταναλώνουμε. Να αποκτούμε αντικείμενα της επιλογής μας. Και θα τολμούσαμε να παραδεχτούμε ότι δεν χρειάζεται καν να αναζητούμε ενεργά τα αντικείμενα της επιθυμίας μας. Φτάνει να κάνουμε λίγο googling. Χάσαμε το αίσθημα του κυνηγού. Αποκτήσαμε αυτό του αγοραστή.
Όμως φτιαχτήκαμε για να αναζητούμε, να ρωτάμε, να χτυπάμε την θύρα. Αυτό μας κάνει αληθινούς ανθρώπους. Είναι η ταυτότητα της ύπαρξης μας. Οι Πατέρες βασιζόμενοι στην Αποστολική μας παράδοση ονόμασαν αυτή την επιθυμία «έρωτα». Η κουλτούρα μας μετέτρεψε τον έρωτα σε ερωτικό, όπου μαθαίνουμε να καταναλώνουμε μέσω των παθών μας. Αυτό όμως αποτελεί διαστροφή του έρωτα.
Ο Χριστός μας χρησιμοποιεί τον έρωτα ή την πραγματική επιθυμία σε πολλές παραβολές του. Ας θυμηθούμε τον Ποιμένα και το χαμένο πρόβατο, όπου δεν διστάζει να αφήσει τα 99 για να αναζητήσει το 1 που χάθηκε. Ας αναλογιστούμε τον Πατέρα του άσωτου υιού, όπου περιμένει καρτερικά την επιστροφή του χωρίς να πιέζει, δίνοντας χώρο στην ελευθερία της επιλογής του τελευταίου.
Αλλά πως διαφέρει αυτό που ονομάσαμε έρωτας από αυτό που εμείς επιθυμούμε; Μήπως οι παραπάνω παραβολές δεν είναι είδος κατανάλωσης; Ακριβώς το να μάθουμε αυτή την διαφορά αποτελεί τον στόχο και τον σκοπό του Θεού που επιλέγει το «κρυφτό». Ο τρόπος με τον οποίο βιώνουμε την πραγματικότητα μας πρέπει να γίνει αντικείμενο μάθησης. Και για να μάθουμε πρέπει να εκπαιδευτούμε.
Τα αντικείμενα που αναφέραμε στη αρχή του άρθρου είναι διαχειρίσιμα. Δεν προκαλούν ούτε ζητούν και πολλά από εμάς. Ο καταναλωτισμός είναι μία διαδικασία στην οποία εμείς έχουμε το πάνω χέρι. Ο Άγιος Ιάκωβος γράφει:
“3 αἰτεῖτε καὶ οὐ λαμβάνετε, διότι κακῶς αἰτεῖσθε, ἵνα ἐν ταῖς ἡδοναῖς ὑμῶν δαπανήσητε. (3 Ζητάτε και δε λαβαίνετε, γιατί κακώς ζητάτε, για να δαπανήσετε στις ηδονές σας.” – (Ιακ 4.3)
Ο έρωτας δηλ. η θεϊκή αναζήτηση είναι κάτι που δεν αντικειμενικοποιείται η διαχειρίζεται. Είναι πάντοτε πολύ μεγαλύτερο από αυτό που εμείς είμαστε. Και ως τέτοιο, κρύβει ένα μεγαλύτερο κίνδυνο. Μπορεί να απαιτεί να βγούμε από την ζώνη της άνεσης μας. Γι’ αυτό και ακριβώς παρουσιάζεται ένας διπλός φόβος μέσα μας: φοβόμαστε ότι μπορεί να μην βρούμε τον Θεό, αλλά εξίσου φοβόμαστε τι θα γίνει αν Τον βρούμε.
Ο αληθινός έρωτας δεν ψωνίζει, δεν καταναλώνει. Η πραγματική επιθυμία που είναι μέρος της φύσης μας δεν ικανοποιείται από πρόσκαιρες απολαύσεις που αφήνουν μεγαλύτερο κενό στη ψυχή μας. Ο πραγματικός έρωτας προϋποθέτει να φτάσουμε στα όρια μας, ίσως και βαθιά μέσα στον πόνο, ώστε να βρούμε το ζητούμενο. Όλο αυτό αποτελεί και την αποκαλυπτική ζωή της πραγματικής πίστης.
Δόξα τω Θεώ για τα θαυμάσια Του! Δεν υπάρχει τεχνική που πρέπει να ανακαλύψουμε. Ο Θεός που μας ζητάει να τον αναζητήσουμε ευγενικά κρύβει την αλήθεια Του από εμάς. Το να βρούμε που κρύβεται είναι το πρώτο βήμα. Το να δούμε που κρυβόμαστε εμείς οι ίδιοι είναι το επόμενο βήμα. Αλλά το μεγαλύτερο από όλα τα βήματα σε αυτό το ευλογημένο «κρυφτούλι» είναι να πούμε το «ναι» σε αυτό που η αγάπη Του μας αποκαλύπτει.
Πηγή: Ελεύθερη μετάφραση από την ιστοσελίδα: blogs.ancientfaith.com
Like this:
Like Loading...
Ο Θεός κρύβεται. Ο Θεός εμφανίζεται. Ο Θεός κρύβεται.
Αυτό το μοτίβο παρατηρείται στις Γραφές. Ένα άγιο κρυφτό που δεν είναι ούτε τυχαίο ούτε χωρίς σκοπό. Είναι ριζωμένο βαθιά στη ίδια την φύση των πραγμάτων της χριστιανικής ζωής. Χριστιανισμός στον οποίο ο Θεός δεν κρύβεται δεν είναι Χριστιανισμός. Αλλά γιατί άραγε συμβαίνει αυτό;
Η πίστη μας αφορά στην εμπειρία της αποκάλυψης των πραγμάτων που ήταν κρυμμένα. Ο αληθινός Χριστιανισμός δεν πρέπει να θεωρείται εμφανής και δεδομένος. Είναι ένας αγώνας να ζήσουμε αυτό που δεν είναι φανερό. Η Ορθοδοξία μας δικαίως οφείλει να αποτελεί ένα αποκεκαλυμένο βίωμα.
Ο Θεός δεν είναι φανερός. Μόνο τα αντικείμενα είναι φανερά. Αυτά είναι αδρανή, στατικά και παθητικά. Το δέντρο στην αυλή του σπιτιού μου αντικειμενικά βρίσκεται εκεί (ή τουλάχιστον έτσι φαίνεται). Όταν ανοίγω την πόρτα του σπιτιού μου περιμένω να το δω. Αν είναι φθινόπωρο, θα μπορούσα να θαυμάσω τα φύλλα του για το θαυμάσιο χρώμα που έχουν. Γενικά όμως, θα μπορούσα και να το αγνοήσω, να το προσπεράσω απλά. Αυτός ακριβώς είναι και ο ρόλος των αντικειμένων. Δεν ζητούν τίποτα από εμάς. Η ελευθερία ανήκει αποκλειστικά σε εμάς, όχι σε αυτά.
Αυτή λοιπόν είναι και η λειτουργία του ειδώλου – το να μετατρέψουμε τον Θεό σε αντικείμενο /είδωλο. Οφείλει να βρίσκεται εκεί. Το είδωλο συλλαμβάνει το θείο, το αντικειμενοποιεί και το μετατρέπει σε αδρανές και παθητικό.
Ο Θεός των Χριστιανών διαλύει τα είδωλα. Δεν μπορεί να μείνει ακίνητος ή να μετατραπεί σε ένα παθητικό παρατηρητή του δικού μας ναρκισσισμού και εγωκεντρικότητας. Δεν είναι ο-Θεός-που-θέλω.
Ο Χριστός μας λέει: «7 Αιτείτε, και δοθήσεται υμίν· ζητείτε, και ευρήσετε· κρούετε, και ανοιγήσεται υμίν. 8 πάς γάρ ο αιτών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει και τώ κρούοντι ανοιγήσεται.” (Ματθ. 7, 7-8 ). Το κέντρο της ζωής που μας υποσχέθηκε ο Χριστός απαιτεί την αίτηση, την αναζήτηση αυτό το άγιο χτύπημα της πόρτας. Ο λόγος είναι απλός: το αίτημα, η αναζήτηση, το χτύπημα της πόρτας αποτελούν τρόπο και μέθοδο ζωής και ύπαρξης. Δυστυχώς η δική μας μέθοδος ύπαρξης είναι να ζούμε μία ζωή φανερή, χειροπιαστή και δεδομένη (μια «αντικειμενική» ζωή).
Παρατηρήσατε ποτέ ότι είναι πολύ πιο εύκολο να αγοράσουμε μία ωραία εικόνα για να την βάλουμε στο εικονοστάσι μας, από το να δαπανήσουμε χρόνο για να προσευχηθούμε σε αυτή την εικόνα; Παρατηρείται μία «ορθόδοξη κτητικότητα» η οποία αντικαθιστά αυτή τη ευλογημένη αναζήτηση που αναφέραμε παραπάνω. Το να κατέχουμε αποτελεί μέρος της αντικειμενικής και εμφανούς ζωή μας. Εκπαιδευτήκαμε στο να καταναλώνουμε. Να αποκτούμε αντικείμενα της επιλογής μας. Και θα τολμούσαμε να παραδεχτούμε ότι δεν χρειάζεται καν να αναζητούμε ενεργά τα αντικείμενα της επιθυμίας μας. Φτάνει να κάνουμε λίγο googling. Χάσαμε το αίσθημα του κυνηγού. Αποκτήσαμε αυτό του αγοραστή.
Όμως φτιαχτήκαμε για να αναζητούμε, να ρωτάμε, να χτυπάμε την θύρα. Αυτό μας κάνει αληθινούς ανθρώπους. Είναι η ταυτότητα της ύπαρξης μας. Οι Πατέρες βασιζόμενοι στην Αποστολική μας παράδοση ονόμασαν αυτή την επιθυμία «έρωτα». Η κουλτούρα μας μετέτρεψε τον έρωτα σε ερωτικό, όπου μαθαίνουμε να καταναλώνουμε μέσω των παθών μας. Αυτό όμως αποτελεί διαστροφή του έρωτα.
Ο Χριστός μας χρησιμοποιεί τον έρωτα ή την πραγματική επιθυμία σε πολλές παραβολές του. Ας θυμηθούμε τον Ποιμένα και το χαμένο πρόβατο, όπου δεν διστάζει να αφήσει τα 99 για να αναζητήσει το 1 που χάθηκε. Ας αναλογιστούμε τον Πατέρα του άσωτου υιού, όπου περιμένει καρτερικά την επιστροφή του χωρίς να πιέζει, δίνοντας χώρο στην ελευθερία της επιλογής του τελευταίου.
Αλλά πως διαφέρει αυτό που ονομάσαμε έρωτας από αυτό που εμείς επιθυμούμε; Μήπως οι παραπάνω παραβολές δεν είναι είδος κατανάλωσης; Ακριβώς το να μάθουμε αυτή την διαφορά αποτελεί τον στόχο και τον σκοπό του Θεού που επιλέγει το «κρυφτό». Ο τρόπος με τον οποίο βιώνουμε την πραγματικότητα μας πρέπει να γίνει αντικείμενο μάθησης. Και για να μάθουμε πρέπει να εκπαιδευτούμε.
Τα αντικείμενα που αναφέραμε στη αρχή του άρθρου είναι διαχειρίσιμα. Δεν προκαλούν ούτε ζητούν και πολλά από εμάς. Ο καταναλωτισμός είναι μία διαδικασία στην οποία εμείς έχουμε το πάνω χέρι. Ο Άγιος Ιάκωβος γράφει:
“3 αἰτεῖτε καὶ οὐ λαμβάνετε, διότι κακῶς αἰτεῖσθε, ἵνα ἐν ταῖς ἡδοναῖς ὑμῶν δαπανήσητε. (3 Ζητάτε και δε λαβαίνετε, γιατί κακώς ζητάτε, για να δαπανήσετε στις ηδονές σας.” – (Ιακ 4.3)
Ο έρωτας δηλ. η θεϊκή αναζήτηση είναι κάτι που δεν αντικειμενικοποιείται η διαχειρίζεται. Είναι πάντοτε πολύ μεγαλύτερο από αυτό που εμείς είμαστε. Και ως τέτοιο, κρύβει ένα μεγαλύτερο κίνδυνο. Μπορεί να απαιτεί να βγούμε από την ζώνη της άνεσης μας. Γι’ αυτό και ακριβώς παρουσιάζεται ένας διπλός φόβος μέσα μας: φοβόμαστε ότι μπορεί να μην βρούμε τον Θεό, αλλά εξίσου φοβόμαστε τι θα γίνει αν Τον βρούμε.
Ο αληθινός έρωτας δεν ψωνίζει, δεν καταναλώνει. Η πραγματική επιθυμία που είναι μέρος της φύσης μας δεν ικανοποιείται από πρόσκαιρες απολαύσεις που αφήνουν μεγαλύτερο κενό στη ψυχή μας. Ο πραγματικός έρωτας προϋποθέτει να φτάσουμε στα όρια μας, ίσως και βαθιά μέσα στον πόνο, ώστε να βρούμε το ζητούμενο. Όλο αυτό αποτελεί και την αποκαλυπτική ζωή της πραγματικής πίστης.
Δόξα τω Θεώ για τα θαυμάσια Του! Δεν υπάρχει τεχνική που πρέπει να ανακαλύψουμε. Ο Θεός που μας ζητάει να τον αναζητήσουμε ευγενικά κρύβει την αλήθεια Του από εμάς. Το να βρούμε που κρύβεται είναι το πρώτο βήμα. Το να δούμε που κρυβόμαστε εμείς οι ίδιοι είναι το επόμενο βήμα. Αλλά το μεγαλύτερο από όλα τα βήματα σε αυτό το ευλογημένο «κρυφτούλι» είναι να πούμε το «ναι» σε αυτό που η αγάπη Του μας αποκαλύπτει.
Πηγή: Ελεύθερη μετάφραση από την ιστοσελίδα: blogs.ancientfaith.com
Like this: